"Πώς αφήσαμε τις ώρες μας και χάθηκαν, πασχίζοντας ανόητα να εξασφαλίσουμε μια θέση στην αντίληψη των άλλων''

Γ. ΡΙΤΣΟΣ


17 Σεπ 2013

(Where you can see me...)




   Λάδι σε λινό 142x128cm.



Για εκείνον και για εκείνη…

Πόσα είσαι διατεθειμένος να δώσεις στην ψυχή μου;
Εγώ, σε εσένα, τα πάντα! Μήπως το "πάντα" σε τρομάζει;
Τελικά είναι γνώση που τρομάζει αυτό… Να ξέρεις πως  ο άλλος μπορεί να σε αγαπάει τόσο πολύ που μπορεί να κάνει πράγματα και για τους δύο.
Να σε αγαπάει τόσο πολύ που να εξιδανικεύει κάθε τι πάνω σου, στην συμπεριφορά σου…
Όλα, τα μέσα σου και τα έξω σου… Όλα τα άσχημα να τα κάνει όμορφα.
Όμως γίνεται πρόβλημα, βαρύ κι ασήκωτο, όταν το δόσιμό σου θέλεις να έχει αντίκρισμα…
Το παραδέχομαι γλυκέ μου, δεν υπάρχει ανιδιοτέλεια. Δεν μπορώ να είμαι ανιδιοτελής, αφού το δόσιμό μου δεν μου είναι αρκετό, αφού απεγνωσμένα θέλω και να πάρω…
Πάντα ήθελα το λίγο μου να σου φαίνεται πολύ και εγώ τότε  -Να είσαι σίγουρος-  θα έκανα πιο πολύ! Θα έκανα τα πάντα. Δυστυχώς όμως εσένα ακόμα και το πολύ σου φαίνεται λίγο.
Πώς να ανταγωνιστώ την δύναμη του ιδανικού που έχει πετρώσει στην καρδιά μου, στα συναισθήματά μου; Του ιδανικού εκείνου που θα ήθελες να σκιαγραφεί το άλλο σου μισό.
Σύντροφος που θέλεις να μοιράζεται  μαζί σου κυρίως εκείνα τα απλά καθημερινά πραγματάκια που συνθέτουν την ζωή σου, την ζωή του.
Εκείνα τα απλά που θεωρούμε δεδομένα, αλλά δεν είναι.
Αυτά ήταν πάντα που με ενδιέφεραν, που μου έδιναν ζωή και όχι τα μεγάλα και τα πλούσια,
εφήμερα ρούχα μόνο σε μια ζωή ζώσα…  
Αυτά τα μικρά καθημερινά είναι που μεγαλώνουν την ψυχή, την κάνουν τεράστια, μνημειακή.
Πως σου ξέφυγε αυτό; Πως δεν αφουγκράστηκες την πραγματική ευτυχία;
Τίποτα δεν είναι δεδομένο και εσύ είχες την ψευδαίσθηση πως είναι.
Κι όμως, πριν καλά, καλά το καταλάβεις εκείνα, τα μικρά, θα σε κυκλώσουν, θα σε πνίξουν και ξαφνικά θα εξαφανιστούν, σα να μην υπήρξανε ποτέ…
Τότε, όταν θα είσαι μόνος, θα εύχεσαι να υπήρχαν πάλι αυτά τα μικρά καθημερινά στην ζωή σου, αυτά που κατάλαβες πόσο μεγάλα ήταν τελικά.
Η λύπη, σου λέω, δεν σβήνεται εντελώς, πάντα αφήνει ένα μικρό κομματάκι στην καρδιά, αφήνει την σφραγίδα της, ότι έκανε το πέρασμά της.
Αν προσέξεις κάποιους ανθρώπους και τους κοιτάξεις ευθεία στα μάτια θα την διαβάσεις.
Θα έχει την μορφή μιας ανεπαίσθητης σκιάς, μιας μικρής ομίχλης που θαμπώνοντας τα υγρά μάτια, θα μαρτυρούν αυτή την λύπη, την αδυσώπητη.
Καμιά φορά στέκομαι μετέωρη στην λήθη του χρόνου και αρχίζω να σκάβω με μανία μέσα του για να ξαναφέρω στο φως, το κουτάκι με τις μνήμες τις πολύτιμες.
Το κουτάκι εκείνο που κάποτε έθαψα στον κήπο της καρδιάς μου…
Όποτε το ανοίγω, με πιάνει χαρά για αυτά που έζησα και θλίψη για αυτά που δεν μπορώ να ξαναζήσω.
Με πιάνει θλίψη γιατί εγώ δεν ξεχνώ ή όποτε ξεχνώ, δαγκώνομαι και με επαναφέρω στην τάξη…
Οι άλλοι όμως ξεχνούν και σχεδόν ποτέ μα ποτέ …δεν δαγκώνονται.
Εσύ, ξεχνάς και εσύ … Εμένα…  Με ξέχασες και εμένα, μέρα με την ημέρα με ξεχνάς,
στο ίδιο το σπίτι, στο ίδιο δωμάτιο, στον ίδιο καναπέ. Έχω αφομοιωθεί πια, είμαι ένα από τα μαξιλαράκια του, δεν χρειάζεται καν να  με κοιτάς, δεν υπάρχει λόγος… Ένα μαξιλάρι είμαι, μπορεί να τύχει να κάτσεις και πάνω μου.
Πολλές φορές γέρνω και μπαίνω μέσα μου και με ψάχνω, ψάχνω για απαντήσεις…
Να είσαι σίγουρος ότι το "στραβό" πρώτα σε εμένα το ψάχνω.
Που κάνω λάθος; Που φταίω; Τι δεν κάνω σωστά;
Την μάγισσα της ρουτίνας που με το πέρασμά της φθείρει ευγενικές καρδιές και αλλοτινά μεγαλειώδη συναισθήματα, πώς να την πολεμήσω μάτια μου;
Πέρασαν χρόνια… Κι όμως, σα να ήταν χθες!
Εχθές ήταν, τα πρωινά  που με ξυπνούσες με χάδια, μου φιλούσες το πρόσωπο και ο έρωτάς σου, αχόρταγα, στο κορμί μου όλο ήθελε να ταξιδεύει…
Εχθές ήταν, που με κοιτούσες με βλέμμα τρυφερό και εκστασιασμένο, σα να ήμουν το ομορφότερο πλάσμα του κόσμου. Με  κοιτούσες με βλέμμα διψασμένο, που με αγωνία έψαχνε το δικό  μου αναζητώντας λίγο την προσοχή της καρδιάς μου.
Κατάλαβες λοιπόν γιατί είναι τόσο πολύτιμο το κουτάκι με τις μνήμες μου;
Είναι ο μικρός θησαυρός μου αυτός. Εκεί μέσα τα ξαναβρίσκω όλα, όλες εκείνες τις στιγμές, τις πολύτιμες.
Δεν πίστευες, απορούσες, πως ήταν δυνατόν να βρίσκομαι κοντά σου, δίπλα σου, αυτό αναρωτιόσουν και θυμάμαι πως μου το έλεγες… Αισθανόσουν τυχερός!
Λες όλη σου η τύχη να σταμάτησε με εμένα; Ρωτώ, γιατί τώρα όλο άτυχος μου λες πως είσαι, ενώ τότε ένιωθες σα να κατείχες όλα τα πλούτη του κόσμου.
Για φαντάσου…  Και τώρα να είμαι απλώς ένα μαξιλαράκι στον καναπέ!
Τι να κάνω για να με δεις; Να δεις μέσα μου, μέσα σου! Οι στιγμές, μας προσπερνούν, περνάνε από μέσα μας σα να είμαστε αόρατοι. Τι να κάνω για να τις σταματήσω και να τις κρατήσω, να τις ζούμε και να απολαμβάνουμε κάθε τους λεπτό;
Δεν μπορώ μόνη μου, δεν έχω τις δυνάμεις. Είναι πιο δυνατές από μένα και ξεγλιστράνε. Ίσως αν βάλεις και τις δικές σου δυνάμεις να είναι καλύτερα. Δύο είναι καλύτερα από έναν, δεν νομίζεις; 



Σημείωση για το έργο:
Αν και είμαι υπέρμαχος του "Μία εικόνα ίσον χίλιες λέξεις", εντούτοις, το παραπάνω κείμενο είχε προηγηθεί του έργου και λειτούργησε όχι ως ένα επεξηγηματικό στοιχείο, αλλά ως μία συμπληρωματική αλληλεπίδραση στον εικαστικό μου λόγο.
Όταν παρουσιάστηκε το συγκεκριμένο έργο στην ατομική μου έκθεση, διαπίστωσα πως ο περισσότερος κόσμος περνούσε από μπροστά, το κοιτούσε λίγο τρομαγμένα και απομακρύνονταν… Σα να μην άντεχε… Και όσοι άντεχαν λίγο παραπάνω, λες κι παραμορφώνονταν τα χαρακτηριστικά τους, σκοτείνιαζε το πρόσωπό τους… Τότε κατάλαβα ότι το έργο καθρέφτιζε του καθενός την σκοτεινή αλήθεια, μία αλήθεια που τον πονούσε.
Όταν κάποτε βγήκα έξω από την αίθουσα, για να κάνω ένα τσιγάρο, με πλησίασε δειλά, δειλά μία γυναίκα.  Άρπαξε  με τα δύο της χέρια το δικό μου, να με συγχαρεί για την έκθεση, ιδίως όμως για το συγκεκριμένο έργο και πάνω που άρθρωνε τα λόγια της για αυτό, σταμάτησε… Στην θέση της φωνής, που δεν έβγαινε, άρχισαν να βγαίνουν δάκρια, πολλά και το πρόσωπό της συσπάστηκε…
Σοκαρίστηκα… Η πρώτη μου αντίδραση ήταν να την αγκαλιάσω δυνατά, έτσι, αντανακλαστικά, να σβήσω τον πόνο της, να τον πνίξω… Θαρρείς και με έπνιγε κι εμένα ο δικός της.
Τα κατάφερα, έστω για εκείνη την στιγμή, να ξορκίσω την θλίψη της… Μου χαμογέλασε γλυκά και με μια ανεπαίσθητη λάμψη στα μάτια, με αποχαιρέτισε.
Στην ουσία του, το συγκεκριμένου έργο, θυμίζει, τρομάζει, πονάει, με σκοπό, αυτά ακριβώς να σταθούν αρωγοί για αφύπνιση, τσίγκλισμα, ξύπνημα. Με σκοπό να ξορκίσει τα αρνητικά που πάν’ να ζυμωθούν σε μια ανθρώπινη σχέση ή ακόμα καλύτερα να μην τα αφήσουμε να γεννηθούν ποτέ.   
Κι ας γνωρίζουμε ακόμα τούτο: Και τους πόνους μας να αγαπάμε, αλλιώτικα παράσημα τα λέω εγώ… Παράσημα σοφίας.
Το έργο αυτό γεννήθηκε το 2010, το κείμενο γράφτηκε  ένα χρόνο πριν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου