"Πώς αφήσαμε τις ώρες μας και χάθηκαν, πασχίζοντας ανόητα να εξασφαλίσουμε μια θέση στην αντίληψη των άλλων''

Γ. ΡΙΤΣΟΣ


1 Μαρ 2014

Ορφέας & Ευρυδίκη





Υπάρχει το απόλυτο στον έρωτα και την αγάπη; Δύο άνθρωποι που αγαπιούνται, αγαπούν
ο ένας τον άλλον το ίδιο δυνατά; Είναι άραγε πιο δυνατό ναρκωτικό ο εγωκεντρισμός από την μέθη του έρωτα;
Σύμφωνα με τον μύθο, ο Ορφέας ήταν ένας νέος που με την μουσική της λύρας του κατάφερνε να μαγεύει τα πάντα αόρατα και ορατά. Η Ευρυδίκη ήταν μια νύμφη που μάγευε κι αυτή, αλλά με την ντελικάτη και αιθέρια ομορφιά της.
Έτσι, όταν συναντήθηκαν οι δύο νέοι ερωτεύθηκαν κι αγαπήθηκαν παράφορα και η ψυχή του ενός εντυπώθηκε στην ψυχή του άλλου. Όμως ο δαιδαλώδης δρόμος της ζωής είναι απρόβλεπτος και οι "μεθυσμένοι" δεν μπορούν παρά να απολαμβάνουν μόνο την μέθη της αγάπης τους και τίποτα να μην τους νοιάζει.
Κάποτε στο γλέντι που έκανε το ζευγάρι προς τιμή του έρωτα και του γάμου τους, δεν χαίρονταν και δεν γελούσαν όλοι. Ο Αρισταίος, ο καλύτερος φίλος του Ορφέα, χάζευε με θλίψη μια την Ευρυδίκη και μια την φωτιά εμπρός του. Μα η φωτιά που μέσα του είχε στηθεί θαρρείς πως περισσότερο τον έκαιγε. Έτσι πλησίασε την Ευρυδίκη και της ζήτησε να μιλήσουν. Όταν απομακρύνθηκαν από το γλέντι, ο Αρισταίος προσπάθησε να την αποπλανήσει όμως εκείνη αντιστάθηκε, τον έσπρωξε και στην προσπάθειά της να δραπετεύσει από τα χέρια του, έτρεξε μακριά του. Και εκεί που έτρεχε πάτησε ένα φίδι και το φίδι τη δάγκωσε θανάσιμα και η Ευρυδίκη πέθανε. Ο πόνος του Ορφέα ήταν αβάσταχτος, δεν μπορούσε να πιστέψει ότι έχασε την αγαπημένη του, δεν μπορούσε να φανταστεί τη ζωή του μακριά της. Δεν είχε ζωή χωρίς εκείνη. Έτσι πήρε την μεγάλη απόφαση να πάει να την βρει στον Κάτω Κόσμο, να παρακαλέσει τον Άδη και την Περσεφόνη να του την δώσουν πίσω, αλλιώς πιότερο να έμενε εκεί, στον κόσμο των σκιών. Με την μελωδία και την γλυκιά του την φωνή τραγούδησε για την ομορφιά της αγάπης του με τέτοιο σθένος και πάθος που όλους κατάφερε να τους μαγέψει. Ακόμα και οι ίδιες οι Ερινύες έκλαψαν.  Μα και οι θεοί του κάτω κόσμου, λύγισαν στα παρακάλια του, στην θλίψη και στον πόνο της μαγευτικής μουσικής του και δέχτηκαν να αφήσουν την Ευρυδίκη να φύγει, με έναν όρο: Στον δρόμο της επιστροφής να μην γυρίσει πίσω να την κοιτάξει μέχρι να περάσουν την είσοδο του Κάτω Κόσμου και να βγουν στο φως, αλλιώς θα την έχανε για πάντα! Ο Ορφέας συμφώνησε και πήρε τον δρόμο της επιστροφής. Εκείνος προχωρούσε μπροστά και πίσω η καλή του την οποία ανυπομονούσε να δει, την λαχταρούσε όσο τίποτα άλλο.
Εμπρός του έβλεπε το φως του ήλιου και πίσω βάδιζε απαλά η αγάπη του που από στιγμή σε στιγμή θα ξανά έσφιγγε στην αγκαλιά του… Και λίγο πριν την έξοδο, του φάνηκε πως ένιωσε ένα ελαφρύ, σχεδόν ανεπαίσθητο άγγιγμα. Του φάνηκε πως άκουσε έναν ψίθυρο…
Μα ήταν σχεδόν σίγουρος… Και η λαχτάρα του έγινε γίγαντας που τον έλιωνε.
 "Υπάρχει τρόπος να ξεφύγουμε από εδώ μέσα ζωντανοί", ψιθύρισε η Ευρυδίκη σκύβοντας στο αφτί του Ορφέα. Τότε εκείνος έχασε την υπομονή του, δεν άντεξε στράφηκε και αντίκρισε την αγαπημένη του για μια στιγμή μόνο, καθώς πριν προλάβει να την αγγίξει και να της μιλήσει,
η Ευρυδίκη εξαφανίστηκε από μπροστά του και ο Ορφέας έμεινε ξανά μόνος του για πάντα! Άδικα έκλαψε και θρήνησε για την ανοησία του, η αγαπημένη του είχε πια χαθεί.
Από τότε λένε ότι ο Ορφέας έμεινε μόνος και ποτέ δεν αγάπησε πια άλλη γυναίκα.
Τριγυρνούσε μοναχά στις ερημιές, έπαιζε τη μουσική του και θρηνούσε για τον χαμό της Ευρυδίκης.

Γιατί η Ευρυδίκη απέσπασε την προσοχή του Ορφέα; Γιατί ο Ορφέας αντέδρασε έτσι βλακωδώς και γύρισε; Γιατί επέλεξε την μια μόνο στιγμή από το να έχει και να βλέπει την αγάπη του για χρόνια;
Χμμ… Σε πόσους έρωτες δεν πρωταγωνιστούν ένας Ορφέας και μια Ευρυδίκη;
Έρωτες που σβήνουν άδοξα και αναπάντεχα, που λες και περισσεύουν. Που ο εγωισμός κλέβει  μερίδιο από την αγάπη. Που τα θέλω του έρωτα είναι άνισα μεταξύ των δύο και έρχεται
η βρώμικη συνείδηση να λερώσει το απόλυτο της αγάπης με το εφήμερο, με την μια στιγμή. Και με περίσσια χυδαιότητα να επιμένει να μετρά το άμετρο. Μα είναι άμετρη η αγάπη είπαμε και δεν χωρά παζαρέματα. Γιατί το αθάνατο να θέλουμε όλο να το λυγίζουμε και να το χαμηλώνουμε; Έτσι… Μόνο και μόνο για να το φτάσουμε στο ύψος της θνητότητάς μας. Γιατί έτσι. Γιατί το Εγώ θαρρείς πως είναι πιο ισχυρό και τίποτα ποτέ δεν το ξεπερνά.
Άρε εσύ, κάθε Ορφέα, τόσο σίγουρος ότι όλος ο κόσμος σου ανήκει και όλο να χαϊδεύεσαι με την ματαιοδοξία σου. Ο ίδιος ο αμφιθυμικός σου έρωτας σε κατατρώει, κομμάτια σε κάνει και μόνο η αληθινή σου μεταμέλεια μπορεί ίσως να σε σώσει… Μα δεν θέλεις να σωθείς.
Στην πραγματικότητα εσύ είσαι εκείνος  που πεθαίνει. Το Εγώ σου φλερτάρει με την αδυναμία σου καθορίζοντας την μοίρα σου και η τιμωρία σου είναι αναπόφευκτη. Και εσύ, κάθε Ευρυδίκη, έρμη, που τίποτα δεν είναι το λίγο μπρος το δικό σου το πολύ γιατί ξέρεις ότι αυτό που νιώθεις, με τίποτα ο άλλος να φτάσει δεν μπορεί. Δεν φοβάσαι τον θάνατο αλλά την ίδια την ζωή. Μια ζωή που δεν αντέχεται με την δική του την αγάπη την μικρή γι’ αυτό επιλέγεις την σκιά σου και την φαυλότητα της μοναξιά σου.
Φυσικά τα πράγματα μπορεί να είναι και αντίστροφα, εκείνος να είναι μία Ευρυδίκη και εκείνη ένας Ορφέας. Δεν θα σταθώ σε αυτό, παρά στη ουσία. Στην σκέψη που μετράει το βάθος που οι άνθρωποι είναι βουτηγμένοι στα σκοτάδια του εγωκεντρισμού τους. Η απαίτηση της τρυφερής μεταχείρισης του εαυτού μας από τον άλλον, η απαίτηση κάθε φορά να γλείφει τις πληγές μας.
Όμως αυτή είναι ψεύτικη αγάπη γι’ αυτό και όταν δεν ακολουθεί τις απαιτήσεις μας, δεν την αναγνωρίζουμε, την φτύνουμε και την προσπερνάμε. Η σιγουριά του αυτονόητου. Κι όμως τίποτα δεν είναι αυτονόητο. Η αγάπη δεν είναι πάντα ροδαλή αφού έτσι όπως σε φιλάει μπορεί και να σε γρατζουνάει. Όπως όλα στην ζωή, έτσι και η αγάπη έχει δύο πλευρές. Το φως και το σκοτάδι.
Σε γδέρνει, σε ματώνει, χίλια δύο κομμάτια σε κάνει. Αλλά και σε ανασταίνει, σε εξυψώνει, Θεό σε κάνει. Η αγάπη δεν έχει ημίμετρα, είναι όλα ή καθόλου. Δεν έχει καμία ανοχή στο ψεύτικο και το υποκατάστατο. Είναι χάδι και χαστούκι μαζί. Είναι θανάσιμη έλξη για την έλξη της ζωής.
Τι λες, ποιανού η αγάπη ήταν μνημειακή και αθάνατη, της Ευρυδίκης ή του Ορφέα; Ιδού η απορία, υπάρχει το απόλυτο και είναι ίδιο και στους δύο; Μπορεί να είναι όμοια το μέγεθος και η μορφή της ανάμεσα σε δύο ανθρώπους;
Η αυτοθυσία… Αυτή είναι η πιο αληθινή και μεγαλύτερη αγάπη. Μα αλλοίμονο…
Όταν δεν έχεις της λήθης το ποτάμι μέσα του να κολυμπήσεις και τίποτα ποτέ να μην θυμάσαι…