"Πώς αφήσαμε τις ώρες μας και χάθηκαν, πασχίζοντας ανόητα να εξασφαλίσουμε μια θέση στην αντίληψη των άλλων''

Γ. ΡΙΤΣΟΣ


3 Ιουλ 2015

Ρε τα Ναι και τα Όχι μου Μέσα!





Κάποιοι άνθρωποι, με τον τρόπο τους…
Την δουλειά τους, τον αγώνα και την αγωνία τους, την σκέψη, το ήθος και την στάση τους, έχουν "ζητήσει" τόσες πολλές φορές από την ζωή τους και έχουν άλλες τόσες απογοητευτεί, που έχουν πειστεί πιά στην τρύπια τους συνήθεια.
Μεμαθημένη  η σχισμή στην τσέπη της ψυχής τους. Με κόπο και απαράμιλλο σθένος να μαζεύουν, να φυλάττουν το χρυσάφι των ιδεών, όλα τα πολύτιμα της καρδιάς και των προσδοκιών τους και πάλι να χάνουν.
Κι όμως, κάποτε φτάνει η ώρα που δεν χρειάζεται να ζητήσουν για να τους δοθεί. Αρκεί να κουμπώσουν οι χρόνοι, οι στιγμές, οι προσδοκίες και οι άνθρωποι.
Άλλωστε υπάρχουν κάποια πράγματα που δεν εξαρτώνται από εμάς. Είναι ήδη δρομολογημένα, όχι μοιρολατρικά. Απλώς είναι ενέργειες που μια δεδομένη στιγμή, πραγματώνουν ένα "κάτι" μας, σε έναν κατάλληλο χρόνο.

Στο μυαλό μου έχω πολλά πράγματα, μα τους δικούς μου ρυθμούς.
Και Ναι, μερικές φορές μου αρκεί να ικανοποιώ την εποικοδομητική ναρκισσοπάθεια της ηδονής του μυαλού μου.
Και Ναι, μερικές φορές ξεμένω παρέα με την γαμημένη απαστράπτουσα γοητεία της μαύρης μου σκιάς. Όμως, Όχι, δεν το βάζω κάτω. Βλέπεις, τις περισσότερες, έχω παρέα τον Θεό μέσα μου, Εκείνον που κάθε ώρα σκοτώνω κι ανασταίνω.
Κάθε μέρα, σου λέω, αυτή η δουλειά γίνεται.
Και το δέχεται αδιαμαρτύρητα, αφήνοντάς με να ελπίζω στον εδώ ή αλλού, παράδεισό μου.

Αχ, βρε άμοιρε, εσύ, που συλλέγεις κάθε τόσο την σταγόνα του σάλιου σου, εκείνη που δεν την προλαβαίνεις, σου ξεφεύγει στον ύπνο και τον ξύπνιο σου.
Ναι, εσύ, που είσαι εγκλωβισμένος στην αποδομημένη εικόνα του Εγώ σου που ολοένα και πιο πολύ στερεύει από αγάπη, αισθήματα και ανθρωπιά.
Μάθε, πως Όχι, δεν φοβάμαι. Έχω πινέλο και μολύβι και ανθρώπους με αστείρευτη την αγκαλιά τους, που ανα πάσα ώρα και στιγμή, μοιράζονται μαζί μου, το χάδι τους, το ψωμί και την ελιά τους.

Θαρρείς πως δεν σε βλέπω; Χα!
Σαν την μπουκλάτη ξανθούλα, στο τρόλεϊ, που χώνει το μικρό βαμμένο νυχάκι στην μύτη, παίζει μπρα-ντε-φέρ με το κακάδι της και νομίζει ότι δεν την βλέπουν.
Έτσι και εσύ, με κοιτάς και νομίζεις ότι δεν σε βλέπω, το βλέμμα σου που στάζει, που φωνάζει.
Από την άλλη, ξέρω…  
Ναι, υπάρχουν (κάποιοι) παπάρες, που είναι τόσο παπάρες…
Που Όχι, δεν μπορώ να τους χρησιμοποιήσω ούτε καν για το υπόλοιπο της σάλτσας μου… Διαλύονται.

Εσύ, θα κρίνεσαι κάθε μέρα, κυρίως από την συνείδηση του εαυτού σου. 
Εμένα, ίσως, να με κρίνει η ιστορία. Ίσως και όχι.
Και κοίτα, έχω τα χέρια μου… Ναι, τα χέρια μου, που…
Δημιούργησα, χάιδεψα, πόνεσα, έσκαψα, έσφιξα, μάζεψα, πέταξα και πολλά άλλα, με αυτά τα χέρια και τον νου, που κάθε τόσο, σκέπαζε και ξεσκέπαζε.
Ένα πράγμα μόνο δεν έκανα…
Όχι, δεν τα σταύρωσα ποτέ.

Αυτό που σου λέω, στα σίγουρα μάγκα μου, είναι πως κάθε απόγευμα πίνω τον "φτωχό" ελληνικό καφέ μου, σε ένα μικρό μπαλκόνι και απολαμβάνω κάθε του γουλιά, σα να ‘ναι η τελευταία. Ακούς ρε; Σα να ‘ναι η τελευταία. Κάθε φορά.
Γι’ αυτό, Όχι, δεν φοβάμαι.

















Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου