"Πώς αφήσαμε τις ώρες μας και χάθηκαν, πασχίζοντας ανόητα να εξασφαλίσουμε μια θέση στην αντίληψη των άλλων''

Γ. ΡΙΤΣΟΣ


10 Δεκ 2013

Neverland



Photographer: Jenna Westra


Άλλωστε δεν είμαι άνθρωπος εγώ, ένα ξωτικό είμαι μόνο
που ποτέ κανείς στα αλήθεια δεν με βλέπει.
Κάποτε ελάχιστοι μπορεί να με δουν, όμως και αυτοί, στέκουν
αποσβολωμένοι στην θέα της σκληρής θλιμμένης μου μορφής.
Αδυνατούν να με διαβάσουν, να ακούσουν τους ήχους της σιωπής μου.
Αδυνατούν να αφουγκραστούν την μελωδία τις ψυχής μου, που κάποτε γίνεται κραυγή.
Μία κραυγή που με γδύνει και γυμνη με περιφέρει,πότε εδώ και πότε ‘κει 
μήπως και τότε, κάποιος καταφέρει να με δει.
Και πάλι, δεν γίνεται αλλιώς, αφού δεν είμαι άνθρωπος, ένα ξωτικό είμαι μόνο, 
ένα αερικό που ποτέ κανείς στα αλήθεια δεν με βλέπει.
Έτσι πρέπει, για αυτό είμαι καμωμένη, να χαϊδεύω τις κλειστές καρδιές, 
να τις ανοίγω και για λίγο μέσα τους να κολυμπώ για να μοιράσω ζεστό το σ’αγαπώ.
Ύστερα, τις αφήνω ελεύθερες και τρέχω πάλι να κρυφτώ στο γνώριμο, 
το δικό μου, της ψυχής το μυστικό. Εκείνο το μυστήριο της μοναξιάς μοναδικό.
Υπάρχουνε φορές που αναρωτιέμαι τι ψάχνω για να βρω, πως και τι δικαίωμα μπορεί να έχει ένα ξωτικό; Έτσι, σαν το παραμύθι, με μανία, όλο την σκιά μου κυνηγώ, στα χέρια να την πιάσω και μαζί της, επιτέλους, να ενωθώ…
Τότε είναι που πεισμώνω και καταστρώνω σχέδια μεγάλα. 
Κάποτε στήνω δελεαστικά και όμορφα παιχνίδια, του ονείρου μεγαλόπρεπα ταξίδια.
Άλλοτε πάλι, σαν το ζιζάνιο αρχίζω να ενοχλώ, τσιγκλάω, γαργαλάω και αφόρητα τσιμπάω. Σκέφτομαι, πως ίσως καταφέρω να ξυπνήσω κάποιους, να τους βγάλω από το λήθαργο της πλάνης του εύκολου καιρού.
Να καταβρέξω τις αισθήσεις, μήπως και από την παρατεταμένη ζάλη τους σωθούν και αλώβητοι καταφέρουνε να βγουν. 
Όμως εκείνοι μου θυμώνουν και με γρήγορες κινήσεις διώχνουν τον καπνό, τον δικό μου εαυτό. 
Τι κι αν τον μυρίζουν, δεν θέλουν ποτέ να τον αγγίξουν και στην αγκαλιά τους να το σφίξουν.
Μα είσαι καπνός, θα πουν, που χάνεται κι ούτε στιγμή δεν κάθεται…
Οπότε φεύγω κι εγώ, άλλο να μην τους ενοχλώ. Κάνω βόλτες, πότε μέχρι τα σύννεφα πετώ, πότε βουτάω μες’ της θάλασσας τον απόκοσμο βυθό και περιμένω. 
Περιμένω μήπως έρθει ο καιρός και καταλάβουν πως η φωτιά δεν καίει μόνο αλλά ζεσταίνει κιόλας. 
Να καταλάβουν πως η αγάπη όλα τα μπορεί και πως μόνο εκείνη, την ψυχή μας μεγαλώνει.
Τα άπιαστα, έτσι απλά και μαγικά με μιας μεταμορφώνει. Όλα τα αλλάζει και τα μετουσιώνει. Ακόμη και την σκόνη, κάποτε, σε δημιουργικό πηλό, μόνο της αγάπης, η Θεϊκή πνοή, έδωσε μορφή. Της αγάπης.
  
Όμως, τι ξέρω ‘γω; Ένα άπιαστο αερικό, ένα τόσο δα, αλλοπαρμένο ξωτικό;…  

  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου